Με τα νύχια έσκαψα
με θεμελίωσα πάνω στα
απομεινάρια του πρώτου
μου σπιτιού
με έβαψα fresco σε
νωπό ασβέστη
άκουα μαρίν, λουλακί, κρεμεζί
κι από κάτω τρύπες στους
τοίχους από σφαίρες
που είχαν πια σκουριάσει
μετά παράθυρα έβαλα μεγάλα
να κοιτούν μέσα οι περαστικοί
τις αναμμένες μου φωτιές
σκαλισμένα μάρμαρα
περίτεχνες κολώνες
υφάσματα κομψά
πόρτα έβαλα ψηλή, δίφυλλη
λουκέτα, αλυσίδες, μυστικούς
συνδιασμούς, αδιαπέραστη
είσοδο. Κι όποιος θέλει
ας κοπιάσει. Κανείς δεν είπε
πως είναι εύκολο πράγμα
να διαπεράσεις την καρδιά
ενός ανθρώπου.
Κι έπειτα ξεκλείδωσε ο ένας
ξεκλείδωσε ο άλλος
μπήκαν μέσα μου
κι όπως έφευγε ο καθένας
έπαιρνε μαζί του κι από κάτι
ένα κηροπήγιο
ένα τραπέζι
τα κεραμίδια
τα λινά και τα ριχτάρια
τα σκαλοπάτια
τα μεγάλα παράθυρα
τους τοίχους όλους
εκτός από την πρόσοψη
έμειναν για μένα τα ακροκέραμα
του στήθους σου και πάνω τους
δυο φωλιασμένα περιστέρια.
Σύντομα, φαντάζομαι,
θα θέλουν να γίνουν και αυτά γεράκια.
Περνούν τώρα οι περαστικοί
κοίτα τι όμορφη πρόσοψη
κοίτα τι όμορφα χαλάσματα!
Κρίμα•
πόσο κρίμα που τον
άφησαν έτσι να
ρημάξει.


Το αγάπησα πολύ Μιχάλη! Απομεινάρια μιας ρημαγμένης ζωής ή και σχέσης μαζί. Η έμπνευσή σου να δώσεις τέτοια ποιητική ζωή σε μια παλιά πρόσοψη κτιρίου, είναι ομολογουμένως μοναδική, φίλε μου. Μπράβο.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Χαίρομαι πολύ που τι αγάπησες, Γιάννη! Να είσαι γερός!
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο
Ευχαριστώ πολύ φίλε μου, η γραφή σου αγγίζει ευαίσθητες χορδές, δεν χρειάζεται να το επαναλάβω.
Μου αρέσει!Αρέσει σε 1 άτομο