Στενεύουν οι πόλεις
με κάθε σούρουπο
σβήνει και μια στενή λωρίδα
κάθετα
ίδια κερί
ξεκινά από τον φωσφορικό ουρανό
τέμνει τα κάστρα
έπειτα τα διαμερίσματα
τα πλαστικά τραπέζια των μπαλκονιών
τα ασπρόρουχα στο σχοινί
το κομπολόι
τα αποτσίγαρα
τους γείτονες
το λιμάνι
τη μουράβια των πλοίων
το κοντό παντελονάκι μου
τέμνει
μέχρι να βρει
όνομα πάνω σε μάρμαρο.
Μετά παύει να τέμνει.
Μετά ξεριζώνει.
Όνομα σε μάρμαρο
